Παρασκευή, Μαρτίου 31, 2017

Η Κωλοφαρδία Του Survivor


Το Survivor είναι ένα κωλόφαρδο πρόγραμμα.

Το αποψινό πρόγραμμα με το αυτοκινητικό δυστύχημα ήταν ό, τι καλύτερο θα μπορούσε να συμβεί στο πρόγραμμα από τη μέρα που ξεκίνησε μέχρι σήμερα. Όχι ότι το είχε ανάγκη. Σάρωνε και χωρίς αυτό. Αλλά οι συγκυρίες τα έφεραν έτσι που μετά την πλήρη ταύτιση που αισθανθήκαμε με τους παίχτες ήρθε αυτή η τράκα και τους νιώσαμε σχεδόν συγγενείς μας.

Όλοι μιλούν για ένα κοινωνικό φαινόμενο. Δεν πιστεύω ότι πρόκειται ακριβώς για φαινόμενο. Σκέτη κωλοφαρδία είναι. Γιατί κακά τα ψέματα το Survivor έχει πολλά ελαττώματα σαν πρόγραμμα (τα είχα γράψει παλιότερα). Αλλά πέτυχε διάνα στο timing της μετάδοσής του. Πράγμα που σπάνια συμβαίνει στην ελληνική τηλεόραση.

Έπεσε πάνω σε μια περίοδο εθνικής κατάθλιψης. Εγώ τουλάχιστον αυτό αισθάνομαι. Όταν οι ειδήσεις κάθε μέρα μου προκαλούν ψυχικό τρα-λα-λα, με το αν θα λυθεί το Κυπριακό, με τι όρους, αν θα μας φάνε όλους οι βρομότουρκοι, με το αν θα κλείσει η συμφωνία στην Ελλάδα, αν θα της χορηγηθεί η επόμενη δόση, με το αν θα επιβιώσουμε στις πατρίδες μας, με το αν κάναμε καλά και φέραμε ένα παιδί σ’ αυτόν τον κόσμο, το Survivor έρχεται και κουμπώνει τέλεια με τη ψυχολογία μας. Δεν είναι απλά μία εκτόνωση αλλά μία φαντασιακή προβολή των ζωών μας.

Θυμάστε το μακρινό 2001 που είχαμε κολλήσει όλοι με το Big Brother 1; Γιατί είχαμε κολλήσει, θυμάστε; Μήπως επειδή επρόκειτο για παιχνίδι με  προσωπικοτάρες; Μπα! Ο βλάχος ο Τσάκας ήταν μέσα, ο κλαρινογαμπρός ο Πρόδρομος, ο νάρκισσος / ψώνιο Μπόβολος και η καημένη η Ρέα που ήθελε αγκαλιές. Ήταν αυτοί άνθρωποι της προκοπής για να αναλωθούμε επάνω τους τηλεοπτικά; Όχι βέβαια. Αλλά αν θυμάστε καλά, το Big Brother συνέπεσε με τη πτώση των δίδυμων πύργων στην Νέα Υόρκη και τον πόλεμο στο Αφγανιστάν. Βιώναμε ένα ομαδικό σοκ και τότε. Οι ειδήσεις κάθε βράδυ μετέδιδαν μηνύματα του αρχηγού της Αλ Καϊντα, Μπιν Λάντεν και το παγκόσμιο αναρωτιόταν για πότε θα μας ξεκάνουν όλους.

Ήμουν πρωτοετής φοιτητής τότε και τα ζούσα πολύ έντονα όλα. Θυμάμαι μάλιστα ότι η παράνοια του φόβου είχε επεκταθεί τόσο πολύ που οι γονείς μου, μου απαγόρευαν να ανοίγω άγνωστο ταχυδρομείο που κατέφτανε στην εστία, μην τυχόν και μου στείλουν άνθρακα (γελώ σήμερα που το σκέφτομαι). Κανένας δεν είχε όρεξη να βγει έξω, είχαμε κόψει μέχρι και τις πρώτες εξόδους στο studentsunion που ήταν χαλαρές, όλη μέρα διαβάζαμε εφημερίδες, τον Guardian και την Independent, και αναρωτιόμασταν τι θα γίνει. Ε, μέσα σε όλο αυτό, η μόνη μας διέξοδος ήταν το Big Brother. Εγώ θυμάμαι ότι κατέβαινα στο computer room της εστίας (δεν είχαμε διαδίκτυο στα δωμάτια τότε, σκέψου), και έμπαινα σε εκείνο το σάιτ του ΑΝΤ1 κάθε μισή ώρα και διάβαζα ειδήσεις για το «σπίτι». Ειδήσεις. Δεν έβλεπα καν βίντεος, δεν υποστηρίζονταν τότε. Αλλά ναι, διάβαζα μαλακίες και αισθανόμουν καλά. Από το «κατούρησε ο Πρόδρομος στο θάμνο», μέχρι «τσατάλια τα νεύρα της Κατερίνας για τις δουλειές του σπιτιού». Απίστευτος πεταμένος χρόνος. Κι όμως τότε, δεν είχε τίποτε άλλο σημασία. Πρόγραμμα κωλοφαρδίας νούμερο ένα.

Αντιστοίχως, σήμερα μέσα στην απόλυτη μιζέρια και κατήφεια, το να βλέπω τρεις ώρες κάθε βράδι τις παραλίες, τα κύματα, τους φοίνικες και πλάνα που επαναλαμβάνονται και μοιάζουν κάθε βράδυ ίδια και χίλιο-ιδωμένα είναι μια όαση μπροστά στις αγωνίες που βιώνουμε. Και ας φωνάζουν οι δασκάλοι ότι εκφυλίζει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ας φωνάζουν στο τουίτερ ότι τους πρήξαμε με την εμμονή μας να το παρακολουθούμε, ας θεωρούν «ρατσιστικό» να πει ο μισθοφόρος τον Κινέζο, Φιλιπινέζο, ας θεωρούν αδιανόητο που είπε ο τρελός Κύπριος ότι οι διάσημοι «κάμνουν όπως τις Λούλλες» (που κάμνουν), για μένα το Survivor μπορεί να μην είναι ιδανική, ούτε καν καλή τηλεόραση, αλλά είναι μαγική υπό τις περιστάσεις.

Κωλοφαρδία νάμπερ ττου.

Και εννοείται ότι του χρόνου, που το πιο πιθανόν είναι να μπουν μεγαλύτερες φίρμες και πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες δεν θα έχει την φετινή επιτυχία. Όχι γιατί θα έχουμε ανακάμψει κοινωνικά, οικονομικά, εθνικά και θα το σνομπάρουμε βλέποντας νάσιοναλ τζιογκράφικ. Αλλά επειδή έτσι δουλεύει η τηλεόραση. Κάποια είναι μαγικά και δεν μπορεί να τα εξηγήσει.

Τετάρτη, Μαρτίου 29, 2017

Το Φάρμακο


Όταν το 1987 πέθανε ο παππούς μου, η μάνα μου μας είχε πει να μην πάθουμε σοκ όταν θα αντικρίζαμε τη γιαγιά μου στεναχωρημένη και μαυροφορεμένη όταν θα πηγαίναμε σπίτι της. Ότι ήταν λογικό να αισθάνεται άσχημα τη μέρα της κηδείας (στην οποία φυσικά δεν θα παρευρισκόμασταν εμείς), και θα έπρεπε να δείχναμε κατανόηση. Να συνηθίζαμε την αλλαγή της κατάστασης στην κατά τα άλλα πάντα χαρούμενη γιαγιά μας. Όταν φτάσαμε στο σπίτι της, μπήκαμε αθόρυβα στο καθιστικό και θυμάμαι ότι πρόλαβα να τη δω για κάποια δευτερόλεπτα να κάθεται στον καναπέ και να κλαίει, σκουπίζοντας τα δάκριά της με ένα χαρτομάντιλο.

Μέχρι και σήμερα θυμάμαι τη μεταβολή στη διάθεσή της με το που μπήκαμε στο δωμάτιο και αντιλήφθηκε την εκεί παρουσία μας. Ούτε πως είχε χάσει άντρα. Να ‘ταν κι άλλος! Με το που μας είδε σηκώθηκε πάνω, φώναξε ένα «αγάπες μου», πέταξε και το χαρτομάντιλο, ή μάλλον το έκρυψε τεχνηέντως ώστε να μην το παρατηρήσουμε και μας έσφιξε στην αγκαλιά της. Δεν την ξαναείδα να κλαίει εκείνη τη μέρα. Και το συμβάν, παρ’ ότι ασήμαντο, εντυπώθηκε στη μνήμη μου γιατί δεν πίστευα ποτέ ότι μπορεί το πένθος να παραμεριστεί στη θέα ενός ή δύο παιδιών. Εγγονιών ή τέκνων.

Σήμερα βίωσα ακριβώς το ίδιο πράμα από την ανάποδη. Ήμουν στη δουλειά κάτωχρος, απηυδησμένος, καθισμένος στην καρέκλα μιας φίλης συναδέλφου και έβριζα. Έβριζα, έβριζα, έβριζα, δεν χόρταινα να βρίζω. Γύρευα χώρα να μεταναστεύσω, έψαχνα τον χάρτη να δω πού θα πάμε οικογενειακώς. Γιατί και ο χειρότερος άνθρωπος στον κόσμο δεν αξίζει να ζει σ’ αυτή τη χώρα-κοτέτσι. Και εκεί που είχα ανεβάσει πίεση 350, εκεί που έκανα μνημόσυνο στα χρόνια των σπουδών μου και στα πτυχία μου, άνοιξα το κινητό και είδα τυχαία μια φωτογραφία του γιου μου.

Και χαμογέλασα, και έγιανα, είπα από μέσα μου ένα αυθόρμητο «αγάπη μου» όπως εκείνο που είπε η γιαγιά μου το 1987 και τα ξέχασα όλα. Μεγάλο φάρμακο.

Κατ’ ακρίβειαν, ΤΟ φάρμακο.  

Σάββατο, Μαρτίου 25, 2017

Tale As Old As Time


Είμαι από τους ανθρώπους που έχουν παρακολουθήσει πολύ Beauty and the Beast στη ζωή τους. Έχω δει 100 φορές την ταινία μεταγλωττισμένη σε κασέτα (την οποία είχα πρωταγοράσει από το Minion στην Αθήνα παρακαλώ), την έχω δει άλλες εκατό φορές στην αγγλική έκδοση σε dvd, έχω δει το μιούζικαλ στο Λονδίνο το 1999, έχω δει ξανά το μιούζικαλ σε περιοδεία στο Κάρντιφ της Ουαλίας το 2007, έχω δει την παιδική απόδοση σε σόου στη Ντίσνεϊλαντ πέρσι στο Ορλάντο, έχω το soundtrack φορτωμένο στο i-pod μου και το ακούω κάθε τόσο... Γενικά, το έργο το ξέρω απ’ έξω κι ανακατωτά κι ας μην είναι η αγαπημένη μου ταινία του Ντίσνεϊ από τη δεκαετία του ’90.

Αντιλαμβάνεσαι ότι, πηγαίνοντας να δω τη μεταφορά στη μεγάλη οθόνη είχα τεράστιες προσδοκίες. Δεν ευοδώθηκαν. Δεν πρόκειται για κακή ταινία, προς Θεού, να πάτε να τη δείτε. Απλά θεωρώ ότι δεν φάνηκε αντάξια της ιστορίας και της φήμης της, ούτε μου πρόσφερε κάτι περισσότερο από όσα έχω δει κατά καιρούς ώστε να φύγω με την τρίχα κάγκελο. Απορώ πώς γίνεται με τις ευκολίες που σου παρέχει σήμερα η τεχνολογία του κινηματογράφου να μην παράγεις θέαμα που να υπερβαίνει σε μεγαλειότητα αυτό που είδα τουλάχιστον στη σκηνή του West End. Μεγάλη χαμένη ευκαιρία.

Μεγαλύτερη απογοήτευση από όλες ήταν η απόδοση του Be Our Guest φυσικά. Το εν λόγω τραγούδι είναι κατά τη γνώμη μου το 50% της ταινίας και όφειλαν να το προσέξουν περισσότερο. Δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν σε φαντασμαγορία το αντίστοιχο στην ταινία των κινουμένων σχεδίων, ούτε την λάιβ απόδοση του μιούζικαλ όπου άνοιγε η σκηνή και ξεπρόβαλλαν κεριά, μπουκάλια σαμπάνιας, πιάτα γίγαντες κτλ. Πώς μπορείς να πας τόσο λάθος; Απίστευτο.

Επίσης, τα γραφικά σε κάποιες στιγμές ήταν απλά τραγικά. Εφάμιλλα αυτών που εμφανίζει το Snapchat στο κινητό τολμώ να πω. Το καημένο το τέρας εμφανίζεται τόσο κακοφορμισμένο και ψεύτικο, ειδικά στα ολόσωμα πλάνα του, ούτε τα πεντάχρονα δεν θα πείσει. Τα στοιχειωμένα αντικείμενα επίσης κακοσχεδιασμένα κατά τη γνώμη μου. Στη σκηνή της μάχης, όταν το κάστρο δέχεται επίθεση από τους χωρικούς είναι σαν να παλεύουν μόνα τους. Αλλά και άλλες σκηνές που αφορούν στην εξωτερική όψη του κάστρου και άλλων τοπίων θεωρώ ότι έγινε πολύ πρόχειρος σχεδιασμός. Η Maleficent και η Σταχτοπούτα δηλαδή, κλάσεις ανώτερες οπτικά.

Αν πρέπει να πω κάτι θετικό, η σκηνή του βαλς στο ballroom, που για μένα αποτελεί το άλλο 50% της ταινίας, παρόλο που δεν είχε το epicness της αρχικής ταινίας εντούτοις είχε μία απλότητα και μία καθαρότητα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σκέτη τέχνη. Η ομορφιά της λιτότητας. Όμως, ακόμη κι εδώ δεν είμαι σίγουρος αν προτιμώ αυτή την προσέγγιση. Για μένα το μιούζικαλ είναι πρωτίστως θέαμα, μαγεία. Χρειάζομαι το wow factor για να συνταραχτώ. Αυτά δεν τα είχε η κινηματογραφική ταινία.

Έχοντας συλλογιστεί πολύ σοβαρά κατά τη διάρκεια της ταινίας κατέληξα ότι τελικά αυτό που μου φταίει, είναι ότι η ταινία είναι πιο παιδική από όσο πρέπει, ενώ από την άλλη το καρτούν ήταν πιο ενήλικο από όσο θα περίμενε κανείς. Το πρώτο δηλαδή προκύπτει κατώτερο των προσδοκιών του μέσου θεατή, ενώ το καρτούν πολύ μπροστά για την εποχή του. Δεν είναι τυχαίο που ήταν και η πρώτη και τελευταία ταινία κινουμένων σχεδίων που ήταν υποψήφια για όσκαρ καλύτερης ταινίας το μακρινό 1993.

Εννοείται ότι γι’ άλλη μια φορά μέσα στο σινεμά έπρεπε να τσακωθώ με τα βλαχαδερά  μπροστά μου που είχαν ανοιχτά τα κινητά και τσέκαραν τα social media κάθε πέντε λεπτά και να καταντώ σπαστικός και αγενής. Αν δεν αντέχετε χωρίς δίκτυο τι έρχεστε στα σινεμά ρε χαμούρες; Και να σε κοιτάνε και με το μισό τους που τόλμησες να τους υποδείξεις ότι ενοχλείσαι από τη φωτεινότητα του κινητού τους. Λες κι εμείς δεν πληρώσαμε εισιτήριο, μπήκαμε δωρεάν από την πίσω πόρτα. Βλήματα!    

Τρίτη, Μαρτίου 21, 2017

Δημοκρατία Έχουμε!

Γνωρίζετε κι εσείς ηλίθιες που όταν τους επισημαίνεις το λάθος του επιχειρήματός τους επικαλούνται τη Δημοκρατία ως πολίτευμα για να εκφράσουν ελεύθερα την μαλακία που τες δέρνει;

Η Δημοκρατία είναι μακράν το πιο κακοποιημένο πολίτευμα του κόσμου. Ανάθεμα την ώρα που το ανακαλύψανε στην αρχαία Αθήνα, έχει έκτοτε καταντήσει η τσίχλα της κάθε αγράμματης μαλακισμένης. Λέει, ας πούμε: «Η πρωτεύουσα της Εσθονίας, είναι η Ρίγα». Της επισημαίνεις ότι η πρωτεύουσα της Εσθονίας είναι το Ταλίν και αντί να σκάσει και να απολογηθεί που κατατρώει την ώρα μας με την αγραμματοσύνη της, σου απαντά γεμάτη στόμφο: «Έχουμε δημοκρατία, μπορούμε να λέμε τη γνώμη μας!»

Της εξηγείς περαιτέρω ότι η λανθασμένη ενημέρωση δεν έχει να κάνει με τη Δημοκρατία, αλλά τι το ψάχνεις, πού να καταλάβει το βούρλο;

Έχω βαρεθεί τον κόσμο όλο. Όποιος παίρνει βαθυστόχαστο ύφος και αναλύει μπαρούφες, μπούρδες, πράγματα ανυπόστατα και ελλιπώς στοιχειοθετημένα επικαλείται το δημοκρατικό του δικαίωμα να τα εκφράσει. Κι όταν του υποδεικνύεις το λάθος του, αντί να πει ένα «με συγχωρείτε» και να κερδίσει τον σεβασμό μας, βγάζει και γλώσσα. Ναι, έχεις κάθε δικαίωμα να εκφράζεσαι λανθασμένα, έχω κι εγώ κάθε δικαίωμα να σε κοροϊδεύω που είσαι αγράμματος και βλάκας κι αυτό δεν είναι hate speech, (άλλη παπάρα που μάθατε και πιπιλάτε με του ψύλλου πήδημα), αλλά η πικρή αλήθεια της ύπαρξής σας.

Θυμάμαι πριν κάποια χρόνια, όταν τα μπλογκς ακόμα βρίσκονταν σε άνθιση που έκανα μία ερώτηση σε μία κομπλεξική και αντί να μου απαντήσει στην ερώτηση, μου έγραψε σκέτα-νέτα ένα: «δικαιούμαι να έχω άποψη, έννεν;» Ναι, δικαιούσαι να έχεις άποψη μωρή βρόμα, δεν στείλαμε τον στρατό να σε φιμώσει, να σε βιάσει και να σου βγάλει τα νύχια με τις τανάλιες. Αλλά, την έχεις που την έχεις τη ρημάδα, να τη στοιχειοθετείς, να την υποστηρίζεις και προ πάντων να μην σε πιάνουν οι ενοχές όταν αμφισβητούμε τη βαρύτητά της.


Αν θα την πεις τη μπαρούφα να σταθείς αντάξιός της, κύριος. Να την υποστηρίξεις μέχρι τέλους. Μην μου καταφεύγεις στη Δημοκρατία, την πιπίλα και τη τσίχλα της κάθε παλαβής για να αποπροσανατολίσεις την κουβέντα. Πόση ανοχή στη βλακεία να δείξουμε κι εμείς; Ευτυχώς που πέραν της Δημοκρατίας ανακαλύφθηκε και το block this user και γλιτώσαμε!


Παρασκευή, Μαρτίου 17, 2017

Λάθη Σαν Κι Αυτό... Ψωμοτύρι


Πόσες φορές έχω τσακωθεί για χάρη σου…

Έχω κάτσει και έχω δικαιολογήσει άπειρες κακές επιλογές. Δίσκους, στίχους, συνεργασίες. Σε κάθε τι έβρισκα τη θετική του πλευρά. Και την υποστήριζα σθεναρά, έντονα, εριστικά. Και δεν το έκανα επειδή μου χρωστάς και σου χρωστώ, αλλά επειδή  πραγματικά πιστεύω ότι δικαιούσαι και την ελαφριά σου πλευρά ως καλλιτέχνιδα. Ήταν το «Αγάπη Είναι Εσύ» μαλακία δίσκος; Ήταν ο δίσκος [Χ] αχρείαστος μετά από μία πολυπλατινένια Κραυγή; Έπρεπε να πας ξανά στη Γιουροβίζιον το 2006; Έπρεπε να κάνεις το «Με αγάπη Άννα» στον ΑΝΤ1 το 1995; Ήταν τραγούδι για δίσκο οι «Αϋπνίες», το «Κινητό Τηλεφωνάκι», το «Το Κατάλαβες;» Έπρεπε να σταματήσεις να τραγουδάς Καρβέλα μετά το «Απαγορευμένο;» Έπρεπε να ξυρίσεις το κεφάλι σου στο Nylon;  Έπρεπε να στραφείς στην όπερα και τα μιούζικαλ και να αφήσεις πίσω σου τα «Ξανά Μανά;» Το ακαταλόγιστο είχες για μένα. Η ευφορία, η ευτυχία που μου δημιουργούσες ακούγοντας σε να τραγουδάς ήταν τεράστια για να πτοηθεί από τα πιο πάνω υποκειμενικά και διφορούμενα. Ακόμα και τη διαφήμιση της κρέμας έφτασα και δικαιολόγησα πρόσφατα.  

Αλλά αυτό το πράμα που είδα απόψε στο Έψιλον ήταν σαν να έβγαλες ένα μαχαίρι και μου το έμπηξες και μου το έστριψες ώσπου να φτύσω τα εντόσθιά μου, ψιθυρίζοντάς μου στο αφτί: «καλός μαλάκας είσαι και του λόγου σου!»

Και το ξέρω ότι το μετάνιωσες ήδη, το βλέπω στον τρόπο που γελάς ψεύτικα και αμήχανα κάθε φορά που πετάγεται και λέει μαλακία ο Καρβέλας επειδή βαριέται και προσπαθεί να το διασκεδάσει για να μην αυτοκτονήσει. Αλλά ως εδώ. Δεν μπορώ να σου βρω το παραμικρό άλλοθι. Μεγάλη γυναίκα είσαι πια, ξέρεις τη σόου μπιζ απ’ έξω κι ανακατωτά, όφειλες να μυριστείς την κακοτοπιά. Παρουσιάζει ο Μένιος Φουρθιώτης. Μόνο και μόνο απ’ αυτό έπρεπε να τους πεις «γεια σας!»

Βαθιά μέσα μου ελπίζω ότι θα κοιμηθώ και αύριο όταν θα έχω ξυπνήσει θα αποκαλυφθεί η αλήθεια, ότι ας πούμε πέσατε όλοι θύματα απαγωγής, σας εκβίασαν να παραστείτε στην κριτική επιτροπή, σας έβαλαν το πιστόλι στον κρόταφο, σας πληρώνουν δύο εκατομμύρια ευρώ την ώρα για να το κάνετε και δεν λες όχι σε τόσα λεφτά, ή ότι είναι ακριβό το νοίκι που πληρώνει η Σοφία στη Νέα Υόρκη και πρέπει να συμβάλεις, κάτι τέτοιο. Οτιδήποτε άλλο, απλά δεν το δέχομαι.

Είμαι συντετριμμένος, πεθαμένος σχεδόν πάνω στον καναπέ.
Δεν με λυπήθηκες λεπτό.  

(Πάντως, ομολογώ, ακούω Καρβέλα και γελώ: "Πόσα δάχτυλα έχει ο κόσμος όλος; Πέντε δάκτυλα, εκατομμύρια, δισεκατομμύρια αμαρτίες;")

Δευτέρα, Μαρτίου 13, 2017

Τα Νέα Της Δευτέρας

Όλα τα σιχαμένα και υπέροχα νέα που με απασχόλησαν το σαββατοκύριακο στο πιάτο σου, ώστε να τον παίζεις ευχάριστα στο γραφείο:

Πήγα και είδα τις «Πυρκαγιές» στη νέα σκηνή του ΘΟΚ την Παρασκευή. Ίσως η καλύτερη παράσταση που είδα φέτος, μπορεί και τα τελευταία χρόνια. Ειδικότερα στο 2ο μέρος όπου ο Τσέλεπος δίνει ρεσιτάλ ως ακροβολιστής και μας αποτελειώνει στο φινάλε με το Bohemian Rhapsody. Επικός, αυτοκρατορικός, άξιος κουμπάρος μου. Ναι, ο Τσέλεπος είναι ένας εκ των δύο αντρών που με πάντρεψαν και του έχω αδυναμία. Μεροληπτώ υπέρ του γιατί εξ απαλών ονύχων με έκανε να γελώ, πράγμα ομολογουμένως δύσκολο και σπάνιο, οπότε πάντα είμαι προδιατεθειμένος υπέρ του. Όμως στις Πυρκαγιές όσο αυστηρά κι αν τον κρίνω χάριν αντικειμενικότητας παίρνει όσκαρ! Υπερέβη εαυτόν! Έφυγα συγκλονισμένος από το θέατρο και πάνε τώρα τρεις μέρες που όλο και ανακαλώ σκηνές στη μνήμη μου και το αναβιώνω όλο στο μυαλό μου, ένδειξη ότι η παράσταση έκανε σωστά τη δουλειά της.

Εκτός από τις Πυρκαγιές, χθες βράδυ πήγαμε και είδαμε μια άλλη παράσταση στο Θέατρο Δέντρο, την «Κατάρα της Ίρμα Βεπ». Δεν θέλω να σου γράψω πολλά γιατί σέβομαι τον κόπο των ηθοποιών, αλλά φύγαμε στο διάλειμμα. Πρώτη φορά στη ζωή μου έφυγα από παράσταση. Σύσσωμοι φύγαμε δηλαδή, όλη η παρέα. Με το που έκανε διάλειμμα δεν χρειάστηκε καν να το συζητήσουμε. Την κάναμε με ελαφρά.

Σε άλλα νέα, ο διαδικτυακός κόσμος βιώνει τρίσβαθες ψυχολογικές ταραχές και μεγάλες φουρτούνες. Να σε ενημερώσω, αν δεν το πήρες είδηση, ότι τα κοινωνικά δίκτυα πήραν φωτιά γιατί η Άννα Βίσση τόλμησε να διαφημίσει μία κρέμα νυκτός και οι haters καθώς και όλοι οι κομπλεξικοί της γης βρήκαν αφορμή να την κράξουν. Την είδα τη διαφήμιση, ούτε εμένα μου άρεσε. Αλλά, δεν θέλει πάνω από πέντε δράμια νου για να σκεφτείς και να καταλάβεις ότι πρώτον, προφανώς η διαφήμιση έγινε ως μέρος του συμβολαίου της με το Έψιλον και του συνολικού πακέτου αμοιβής της, (ως αναγκαίο κακό δηλαδή) και δεύτερον, ότι η Βίσση βρίσκεται σε μία φάση της καριέρας και της ζωής της όπου τα έχει ζήσει όλα στο μάξιμουμ και για να μην βαριέται σπάει πλάκα.

Όταν πλέον δεν έχεις να αποδείξεις τίποτα, όταν πλέον βγάζεις δίσκους όποτε σου γουστάρει, εμφανίζεσαι όποτε και όπου γουστάρεις, ακόμα και σε πρόγραμμα που το διαμορφώνεις κάθε σ/κ ανάλογα με τις κάβλες σου, το τελευταίο που σε κόφτει είναι τι θα πουν αν διαφημίσεις μία κρέμα, ή αν θα παρευρεθείς στο πάνελ της κριτικής επιτροπής του νεκραναστημένου Fame Story. Εγώ ως φαν, για να μην πω ως ο απόλυτος και ουσιαστικός φαν, μπορώ να δω πέραν της κρέμας. Μπορώ να καταλάβω γιατί εκεί ψηλά στον Όλυμπο καθώς έπινε νέκταρ και έτρωγε αμβροσία είπε « Τι θα κάνουμε απόψε ρε Καρβέλα και βαριέμαι; Δεν κάνουμε μια διαφήμιση για μια ηλίθια κρέμα να περάσει η ώρα μας…;» Οι υπόλοιποι μείνετε να ψάχνετε αν την κάνει επειδή ξόφλησε ή όχι.

«Δεν θα γίνει η 2η Αλεξίου με αυτά τα μυαλά» έγραψε στο τουίτερ ένας στιχουργός. Ευτυχώς που δεν θα γίνει, λέω εγώ. Γιατί αν γινόταν 2η Αλεξίου θα αυτοκτονούσαμε ομαδικώς από πλήξη και ανία. Δεν ακυρώνω την Αλεξίου, χρήσιμη υπήρξε κι αυτή στην ελληνική δισκογραφία (χρησιμοποιώ επίτηδες χρόνο αόριστο γιατί η Αλεξίου ανήκει επίσης στη γενιά των καλλιτεχνών που έληξε προ πολλού δισκογραφικά αν θέλετε να μιλήσουμε με τους όρους σας- ασχέτως αν θεωρείται ιερό τέρας και την έχουν όλοι στο απυρόβλητο για λόγους που δεν αντιλαμβάνομαι). Αλλά, άλλο πράμα η Βίσση. Πολύ πιο εύπλαστο, πολύ πιο ενδιαφέρον. Από κάθε άποψη. Και σαν προσωπικότητα, και σαν δισκογραφία, και σαν φωνή. Τέλος πάντων, γούστα είναι αυτά, αλλά ναι, αν περιμένατε να γίνει η 2η Αλεξίου μεγαλώνοντας, ευτυχώς που δεν έγινε, γιατί εμείς που θέλουμε καλλιτέχνες με αιχμή, πολύ απλά, δεν θα την ακούγαμε.

Τι άλλο;

Α, ναι! Σύγκορμοι όλοι οι πολιτικά ορθοί και συνάμα βαρετοί άνθρωποι στο διαδίκτυο έσπευσαν να μας κακίσουν που τολμήσαμε να υποθέσουμε ότι η ασιάτισσα κυρία στο επίμαχο βίντεο που σπεύδει να μαζέψει τα παιδάκια από το πλάνο των ειδήσεων στο BBC είναι η οικιακή βοηθός, ενώ τελικά πρόκειται για τη σύζυγο του Άγγλου καθηγητή. Γροθιά στα στερεότυπα έδωσαν αυτοί οι καλοί άνθρωποι με τις διορθώσεις τους. Ολόκληρα άρθρα γράφτηκαν για να μας συνετίσουν. Αναρωτιούνται: «Γιατί υποθέσατε έτσι αυθαίρετα ότι η ασιάτισσα είναι οικιακή βοηθός; Πόσο ρατσιστικό είναι αυτό εκ μέρους σας;» Θα σας απαντήσω και σόρρι εκ των προτέρων που θα σας χαλάσω τη φαντασίωση.

Υποθέσαμε ότι η Κορεάτισσα είναι η οικιακή βοηθός γιατί πρωτίστως ο κύριος καθηγητής φαίνεται πολύ καλοβαλμένος για να γουστάρει μία ασιάτισσα σ’ αυτά τα χάλια. Δεν επρόκειτο για τη Λούσι Λίου. Για μια ασιάτισσα της κακιάς ώρας επρόκειτο που είχε τη φαεινή ιδέα να πέσει στα γόνατα για να μην φανεί στο πλάνο, δηλαδή εκτός των άλλων, πρόκειται και για γυναίκα τέρας-ευφυΐας. Επίσης, όταν η συντριπτική πλειοψηφία των οικιακών βοηθών στον δυτικό κόσμο προέρχεται από την Ασία είναι λογικότατο να υποθέσεις ότι η κυρία ήταν η καθαρίστρια. Τόσο απλό. Πνάστε τωρά. Κι αν ήσαστε όντως πολιτικά ορθοί, το να θεωρήσετε ότι την υποτιμήσαμε επειδή την περάσαμε για καθαρίστρια δεν τιμά ούτε εσάς, αφού καμία δουλειά δεν είναι ντροπή που λέει και η Παπαρίζου στο Voice, άρα προς τι ο ντόρος κι ο χαμός πέραν του ότι θέλετε να μας παίζετε τη δασκάλα με τα χρυσά μαλλιά με κάθε ευκαιρία;

Έχουμε να σχολιάσουμε τίποτε άλλο; Όχι και ευτυχώς γιατί πολύ το κουράσαμε και σήμερα. Η ζωή κυλά πολύ ευχάριστα αγαπητέ μου με πολύ Baby sitting, πολλά βιβλία στον καναπέ και σειρές στην τηλεόραση. Εννοείται και με Survivor. Μα, είναι δυνατόν να υπάρχει κόσμος που υποστηρίζει την ομάδα των ανθυποσελέμπριτι; Με αυτούς ταυτιστήκατε; Από πού κι ως πού; ΟΚ, και οι μαχητές χωλαίνουν ώρες-ώρες και βγάζουν τον κακό τους εαυτό προς τα έξω τελευταίως, αλλά να φτάσεις στο σημείο να θες να κερδίσουν οι βαλτοί που πληρώνονται €2000 τον μήνα (όσα δεν παίρνουμε εμείς που έχουμε και δυο μάστερ δηλαδή), πόσος νους;!


Άντε καλή βδομάδα να ‘χετε. 

Τρίτη, Μαρτίου 07, 2017

Ο Χοβίγκ Και Η Ντέμυ

Τα δικά μας τα γιουροβιζιακά δεν τα σχολιάσαμε φέτος. Περίμενα να βγάλει και η Ελλάδα τραγούδι κι ύστερα να πάρω το όπλο μου. Μα, τι τα θες, έτσι που γίναμε, ούτε όπλο αξίζει να πάρεις, ούτε καν μαχαιροπίρουνα.

Τόσο η Κύπρος, όσο και η Ελλάδα αποφάσισαν να στείλουν φέτος δύο τραγούδια που είναι τόσο generic, που θα μπορούσαν να εκπροσωπούν οποιαδήποτε άλλη χώρα. Δεν έχουν καμία προσωπικότητα, κανένα στίγμα, τίποτα που να τα συνδέει με τις σημαίες που θα κυματίσουν πριν βρεθούν επί σκηνής. Κάποτε ένιωθες ένα δέος που έβλεπες τη γαλανόλευκη και μετά άκουγες στίχο που παρέπεμπε στο μακεδονικό, στο κυπριακό, και άλλα εθνικά ζητήματα. Ήξερες ότι ακόμη και αν έρθουμε τελευταίοι, ήμασταν αιχμηροί, περάσαμε το μήνυμα και ας ήταν σε ώτα μη ακουόντων.

Ακόμη κι αν το πολιτικό τραγούδι θεωρείται πασσέ για τη μορφή που πήρε πλέον η Γιουροβίζιον (ασχέτως αν μόλις πέρσι κέρδισε το 1944), ρίξε τουλάχιστον λίγο μπουζουκάκι μέσα να γουστάρουμε βρε αδερφέ. Η Ελλάδα τα καλύτερά της αποτελέσματα τα είχε με εθνίκ συμμετοχές. Παπαρίζου, Αλκαίος, Γιώρκας, Κόζα Μόστρα, Αντίκ, Σαρμπέλ, Καλομοίρα, όλοι ΤΟΠ10. Όλοι οι άλλοι που την είχαν δει euro-dance πήγαν από κακά έως μέτρια. Για την Κύπρο δεν το συζητώ, είναι η ίδια μία χώρα με συγχυσμένη και διαταραγμένη ταυτότητα, πού να βρει τραγούδι να στείλει; Ας της τα γράφουν οι Σουηδοί, αφού οι Κυπραίοι ακόμα δεν έχουν κατασταλάξει στο τι είναι και πού ανήκουν.

Κέρδισε το This Is Love, λοιπόν, κάτι που το ξέραμε εδώ και μέρες αφού φαγώθηκαν να το προωθούν και να μας το επισημαίνουν άπαντες ότι «υπάρχει-ένα-που-κάνει-για-γιουροβίζιον-περισσότερο-από-τα-υπόλοιπα», και το οποίο, βέβαια, θυμίζει 5-6 άλλα τραγούδια του Κοντόπουλου μαζεμένα και πολτοποιημένα, απ’ αυτά που δίνει στη Βανδή κατά καιρούς για να διατηρείται στην επικαιρότητα και μετά δεν τα θυμάται κανένας (βλ. Όλα Αλλάζουν). Ύμνο στη διαφορετικότητα και την αγάπη το χαρακτήρισαν οι δημιουργοί κι ένα ρίγος με διαπέρασε που η Ελλαδίτσα με τα εκατό χιλιάδες προβλήματα θα διδάξει στην Ευρώπη ανοχή, αγάπη, στοργή και προδέρμ.



Για να είμαι ειλικρινής τσαντίζομαι, γιατί ο Κοντόπουλος έχει δώσει πολύ καλύτερα τραγούδια στους ξένους, ενώ όποτε του ανατεθεί η εκπροσώπηση της Ελλάδας δίνει προχειρότητες, τραγούδια που ακούγονται σαν να τα έγραψε στο πόδι. Τόσο το περσινό ρωσικό “youre the only one”, το “hold me” για το Αζερμπαϊτζάν (2013) και το “Shady Lady” (2008) ήταν σουξεδάρες που φλέρταραν με τη νίκη. Άμα είναι να πάει με την Ελλάδα, γράφει “This is our night” και “This is Love”, γκράντε μαλακίες που με το ζόρι μπαίνουν δεκάδα.

Το τραγούδι μόνο ο Ευαγγελινός μπορεί να το σώσει. Κατά τα άλλα, τίποτα. Παρόλα αυτά, φέτος είναι πολύ χάλια η χρονιά, ο ανταγωνισμός χαμηλός, οπότε θα πάει συμπαθητικά, ένα τοπ-10 θα το χτυπήσει εύκολα, τοπ 15 στην χειρότερη.

Με τούτα και με εκείνα καταλήγω ότι το τραγούδι του Χοβίγκ, το δικό μας δηλαδή, μου αρέσει περισσότερο. Είναι αντιγραφή του Human σαφώς, αλλά τι να κάνει η κακομοίρα η Κύπρος, κάπως πρέπει να προκαλέσει σημασία ανάμεσα σε 43 διαγωνιζόμενους. Ας στέλνει αντιγραφές μοντέρνων σουξέ, να έχουμε να συζητάμε. Το τραγούδι πάντως είναι εθιστικό, όσο το ακούς σου αρέσει παραπάνω και αν το προσέξουν σκηνικά (όχι σαν το άβολο κούνημα που είδα ψες τον ελληνικό τελικό και έμοιαζε ο Χοβίγκ σαν αγγούρι με δόνηση) μπορεί να προκριθεί και να πάει καλά. Όταν λέμε καλά, εννοούμε «καλά» για τα κυπριακά πρότυπα, δηλ. 16-26η θέση. Πάντα ελπίζεις για την έκπληξη βέβαια.


Μόνο Ιταλία για φέτος (ίσως και για πάντα).

Κάτι άσχετο αλλά θα σκάσω αν δεν το πω: Πόσο ωραία εκφράζεται η Ντέμυ στις συνεντεύξεις. Πώς ακτινοβολεί ο λόγος της, πώς εκπέμπεται η καλλιέργειά και η μόρφωσή της. Και μετά βγαίνει ο Χοβίγκ. Και τολμά και μιλά. Σαν να βγήκε από ινστιτούτο αποκατάστασης μετά από οξύ εγκεφαλικό. Θεέ μου, μάθετε να μιλάτε σαν άνθρωποι σ' αυτήν χώρα!

Σάββατο, Μαρτίου 04, 2017

Σχέσεις Από Καλό Χαρμάνι



Δεν ξέρω αν πήρες είδηση, αλλά ο Λουμίδης έβγαλε διαφημίσεις με τις Τρεις Χάριτες για πρωταγωνίστριες. Αποκλείεται να μην είδες ένα από τα πρώτα δύο σποτάκια, κάνουν θραύση στο διαδίκτυο. Προ ολίγου είδα το 2ο.

Πέραν του ενθουσιασμού, πέραν του ευσεβοποθισμού ότι κάποτε θα επιστρέψουν στην τηλεόραση, εμένα οι Τρεις Χάριτες μου προκαλούν τόση νοσταλγία, που σχεδόν πέφτω σε κατάθλιψη. Οι Τρεις Χάριτες δεν ήταν απλά μια σειρά, ήταν μια ολόκληρη εποχή. Που όσο περνούν τα χρόνια συνειδητοποιώ ότι δεν πρόκειται να ξαναγυρίσει όσο κι αν ο κόσμος θεωρητικά προοδεύει τεχνολογικά. Εκείνη η ανεμελιά της Έκτης Δημοτικού, που περιμέναμε το Σάββατο πώς και πώς για να τις δούμε στην τηλεόραση και μετά να τις ξαναδούμε στο βίντεο ώσπου να χαλάσει η κασέτα, και μετά να τις συζητάμε μια βδομάδα στο σχολείο μέχρι το επόμενο επεισόδιο δεν πρόκειται να ξαναγυρίσει.

Πλέον τα πάντα αλλάζουν τόσο γρήγορα, βομβαρδίζεσαι από εκατό πάντες από νέες σειρές, επεισόδια, ειδήσεις, προγράμματα, talent shows, που δεν προλαβαίνεις να εκτιμήσεις και να χωνέψεις τίποτα. Δεν υπάρχει η προσμονή, δεν υπάρχει η αγωνία. Καλή η πολυφωνία δεν λέω, αλλά εγώ πιο ευτυχής υπήρξα και με ένα κανάλι, και με μία σειρά για δυο χρόνια.

Τι να πω ρε παιδί μου, σφίγγεται η καρδιά μου όποτε δω τις Τρεις Χάριτες, όποτε δω και ακούσω οτιδήποτε από εκείνη την εποχή γενικά. Τα νιάτα μου πεθυμώ; Τους γονείς μου ψάχνω; Το σχολείο μου θέλω πίσω; Την άγνοιά μου; Εκείνο το αγνό χιούμορ; Το ότι έβρισκα αστείο ότι έπεσε πάνω στο κεφάλι της Όλγας ένα ρολόι με μία βοσκοπούλα; Αφού και σήμερα αυτό βρίσκω αστείο. Είναι λογικό τώρα αυτό; Να γελώ με αστεία του 1990;

Η ζωή μου είναι πιο γεμάτη και ουσιαστική από τότε που παντρεύτηκα και έκανα παιδί. Δεν μου λείπει τίποτα, δεν παραπονιέμαι. Είμαι στη σωστή κατεύθυνση. Γιατί τότε θέλω να επιστρέψω στο τότε, ένας Θεός ξέρει. Όπως και να ‘χει, ακόμα και αυτή η δόση του ενός λεπτού από Τρεις Χάριτες που μου χαρίζει ο Λουμίδης είναι βάλσαμο στην ψυχούλα μου. Και τα δυο σποτάκια τα έχω δει 150 φορές και συνέχεια ψάχνω αφορμή να τα ξαναδώ.


(Το δεύτερο βίντεο, το 3λεπτο, το καλό, πολύ κακώς δεν έχει βγει στο Youtube ακόμη. Ψάξε το στο Facebook στην επίσημη σελίδα του Λουμίδη).